Ένα κείμενο-εξομολόγηση που θα σε κάνει να κλάψεις.
Ένα συγκλονιστικό βιβλίο έγραψε ο Αντώνης Κανάκης με αφορμή τον θάνατο του πατέρα του. «Μπαμπά….(μια κανονική ημέρα)» είναι ο τίτλος, όπου μέσα ο παρουσιαστής εξομολογείται τον πόνο του, αλλά και τις δυσκολίες που πέρασαν για να τον κηδέψουν.
Διαβάστε τα συγκλονιστικά αποσπάσματα:
«Ο μπαμπάς μου με έβαλε να του υποσχεθώ ότι θα τον κάψουμε όταν πεθάνει. Δεν ήθελε να τον θάψουμε. “Αντώνη, να με κάψετε, στάχτη να με κάνετε”. Μαθαίνω ότι δεν μπορεί να γίνει στην Ελλάδα. Απαγορεύεται. Κι επειδή απαγορεύεται, πρέπει να τον πάω στην Βουλγαρία; Ντροπή τους!» αναφέρει ο παρουσιαστής.
«Λυπούμαστε. Ο πατέρας σας έπαθε ανακοπή πριν μισή ώρα”. 28 Μαρτίου 2015, 2.55 ξημερώματα. Δεν θα τον δω να τον ξαναφιλήσω. Δεν θα τον ξαναμαλώσω, δεν θα τον ξαναπειράξω. Δεν θα ξαναβρω ποτέ αναπάντητη κλήση στο κινητό μου που θα γράφει με κόκκινα γράμματα ΜΠΑΜΠΑΣ. Για πρώτη φορά στη ζωή μου γνωρίζομαι με τον θάνατο. Με αγγίζει ο γα…λης. Αυτό το καθίκι μου πήρε τον πατέρα μου».
«Τον θάνατο, τον δικό μου θάνατο, δεν τον φοβάμαι πλέον. Πριν, τον φοβόμουν. Πριν μου δείξει πως ο δικός μας θάνατος λίγη σημασία έχει. Το θάνατο, όμως, του Μπαμπά σου, αυτόν πρέπει να φοβάσαι. Αυτός θα σε γ…ήσει. Και όμως… συγχρόνως και με έναν απόλυτα αντιφατικό και συμπαντικό τρόπο, αυτός είναι που θα σε πάει μπροστά».
«Πόσο απερίγραπτα μου λείπει, Θεέ μου. Βλέπω φωτογραφίες του. Εστιάζω για κάποιο λόγο σε αυτές που ήταν νεαρός, πιτσιρικάς. Κοιτάω το πρόσωπό του, το χαμόγελό του. Τι καλό παιδί που φαίνεται να ήταν… Πόσο θα ήθελα, σε κάποιο μαγικό σενάριο, να είχαμε γνωριστεί τότε. Να ήμασταν συνομήλικοι, να γινόμασταν κολλητοί φίλοι και να αλητεύαμε μαζί… Να γνώριζα τα όνειρα, τις αγωνίες του, τα σχέδια, τους έρωτές του…».
«Βρίζω τη ζωή, τον Θεό, το σύμπαν, τον θάνατο, τον εαυτό μου. Μετά το ψιλομετανιώνω. Αλλάζει ρότα η σκέψη μου. Τώρα καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι πιστεύουν στον Παράδεισο, στη μεταθανάτια ζωή, στη μετεμψύχωση κ.τ.λ. Μέχρι τώρα νόμιζα ότι αυτό συμβαίνει με κύριο αίτιο τον εγωισμό και τον φόβο. Φοβόμαστε να πεθάνουμε και θέλουμε κάποιος να μας εγγυηθεί ότι έχει και συνέχεια το έργο – και μάλιστα καλύτερη. Για την πάρτη μας, δηλαδή. Για τους φόβους μας. Λάθος! Τώρα καταλαβαίνω ότι το βασικό αίτιο είναι η αγάπη. Θέλουμε να πιστέψουμε ότι έχει και συνέχεια, μόνο και μόνο για να συναντήσουμε ξανά αυτούς που αγαπάμε. Για να υπάρχει αυτή η προοπτική. Γιατί χωρίς αυτή την προοπτική θα τρελαθείς. Θα τρελαθώ. Πώς να ζήσω με το δεδομένο ότι δεν θα ξαναδώ, μιλήσω, αγκαλιάσω, φιλήσω, μυρίσω ποτέ ξανά τον Μπαμπά μου…Προσωπικά, μάλλον δεν πιστεύω σε όλα αυτά, παράδεισοι, μετεμψυχώσεις κ.τ.λ. Πιστεύω όμως σε κάτι που το βρίσκω αληθινό και έγκυρο. Πιστεύω στα παιδιά. Στην καθαρή, σοφή ψυχή τους και στην αλήθεια της. Τα παιδιά τα ξέρουν όλα και δεν είναι τυχαίο που η αυτόματη αντιμετώπιση των παιδιών στο θάνατο είναι το “πού πήγε ο Μπαμπάς τώρα που πέθανε;”. Αν ήμουν παιδί, αυτό θα ρωτούσα: “Πού πήγε”;».
«Η τελετή έγινε Κυριακή 29 Μαρτίου. Σεμνή τελετή, όπως θα την ήθελε. Οι παπάδες που έρχονται να τον διαβάσουν έχουν αξιοπρεπή λόγο και παρουσία. Βλέπετε, είναι από αυτούς που δέχονται να διαβάσουν κάποιον που επιθυμεί να αποτεφρωθεί. Είναι τόσο όμορφος στο φέρετρο, αλλά πολύ κρύος. Έχω τις στάχτες μαζί μου, μέσα σε ένα κουτί σφραγισμένο. Το ξεσφραγίζω και αντικρίζω τη στάχτη. Αυτή η γκρίζα μάζα είναι ο μπαμπάς μου. Θα τις βάλω στις ρίζες ενός δέντρου που θα φυτέψω στον κήπο μου».
«H ζωή μου δεν έχει κανένα νόημα. Δεν θέλω και πολύ να ζω».